αντιθεατρικός

αντιθεατρικός
-ή, -ό
1. εχθρός του θεάτρου
2. ασυμβίβαστος με τους κανόνες της θεατρικής τέχνης
3. αντίθετος προς την επιτήδευση και τις υπερβολές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”